Εντελώς ξαφνικά, πριν λίγες μέρες, ξέσπασε θύελλα, όταν βρισκόμουν στην κορυφή ενός βουνού.

Ήταν βράδυ και τα φώτα του δρόμου έσβησαν απότομα ενώ η βροχή έπεφτε τόσο πυκνή, ώστε είχα την αίσθηση πώς το αυτοκίνητο περνούσε μέσα από χάντρινες κουρτίνες.

Ο άνεμος σφύριζε σαν να ήταν μια ζωντανή δύναμη. Τα δέντρα χόρευαν. Λίγο ακόμα και νόμιζα πώς θα τραβούσαν τις ρίζες τους έξω από το χώμα και θα έβγαιναν να χορεύουν τριγύρω μου, πιο γρήγορα κι ακόμα πιο γρήγορα και μετά ξέφρενα, ακολουθώντας τη μουσική της νύχτας, του αέρα, της βροχής. Το χιόνι έπεφτε ψιλό – ψιλό.

Φως δεν φαινόταν πουθενά, παρά μόνο το λευκό, στιγμιαίο φως των αστραπών. Πάνω που ξεχώριζες το σχήμα των γειτονικών βουνών, εκεί το έχανες πάλι.

Όλα τα παραμύθια που διάβασα ποτέ μου για λάμιες, νεράιδες, ξωτικά, κάθε πλάσμα της νύχτας, ζωντάνευε μπροστά στα μάτια μου.

Λες, θα σταματήσω το αυτοκίνητο σε μια άκρη και θα κοιτάξω έξω απ’ το τζάμι και θα δω τις λάμιες να χορεύουν κρατημένες απ’ τα κλαριά που στριφογυρίζουν, ενοχλημένες απ’ τα φώτα του αυτοκινήτου και τους βέβηλους που χαλούν τη μοναξιά τους.

Θα δω τα ξωτικά να ψάχνουν να ξετρυπώσουν ζωάκια για να τα πειράξουν και να διασκεδάσουν και τις νεράιδες να ραντίζουν με την αστραφτερή νεραϊδόσκονη τις νιφάδες, για να αστράφτουν στο φως……

Μπορεί το ανθρώπινο είδος να εξελίχθηκε ή να εκπολιτίστηκε ή να πάτησε στη σελήνη, ή δεν ξέρω κι εγώ τι, «πρόοδο» να έκανε. Βαθειά μέσα του, όμως, δεν έχει αλλάξει τίποτα από τότε που ζούσε σε σπηλιές και σκάλιζε στους τοίχους τις εικόνες της ζωής του και των θεών του.

Μπορεί τώρα να μένουμε σε ουρανοξύστες ή πολυκατοικίες και να έχουμε ξορκίσει τους φόβους μας με φώτα και θόρυβο και αδιάκοπη κίνηση, όμως όλα τα πρωτογενή ένστικτα μόνο κοιμούνται, περιμένοντας την ευκαιρία να βγουν στην επιφάνεια.

Κι όταν ο πολιτισμός μας καταρρεύσει – πράγμα που θα γίνει γρήγορα, όλα θα ξαναρχίσουν από την αρχή!

0 Responses

Δημοσίευση σχολίου